Πολιτιστικό κέντρο Βελονάδων

Το συγκεκριμένο έργο αφορά την αποκατάσταση κτιριακού συγκροτήματος, που αποτελεί και χαρακτηριστικό παράδειγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της κερκυραϊκής υπαίθρου και την ανάδειξή του σε Πολιτιστικό Κέντρο ευρύτερης σημασίας για την περιοχή του.
Το κτιριακό συγκρότημα που ανεγέρθηκε το 1838 λειτουργούσε μέχρι πριν μερικά χρόνια ως σχολική μονάδα. Από την στιγμή που έπαψε να λειτουργεί ως σχολείο έχασε και τις ευκαιρίες συντήρησης που το διατηρούσαν έστω και οριακά σε αποδεκτή κατάσταση.
Έτσι το πρωταρχικό μέλημα της μελέτης όπως και σε κάθε μελέτη αποκατάστασης ήταν να επαναφέρει με βάση τις σύγχρονες τεχνικές την στατική επάρκεια του κτιρίου στο σύνολό του. Στην λογική αυτή αυτό που προηγήθηκε ήταν η αποκατάσταση του φέροντα οργανισμού από λιθοδομή με εργασίες στερέωσης και ενίσχυσης τόσο στην βάση όσο και στο υπόλοιπο σώμα.
Η ανάγκη διατήρησης του παραδοσιακού χαρακτήρα του κτιριακού συνόλου καθόρισε και το γενικό πλαίσιο στο οποίο κινήθηκε σε κάθε στάδιο της η παρούσα μελέτη. Στην λογική αυτή εντάχθηκε και η πρότασή μας για την ανάδειξη του εξωτερικού χώρου που συμπληρώνει το συγκρότημα καθώς προτάθηκαν μόνο απλές εργασίες διαμόρφωσης με επιστρώσεις φυσικών πλακών σε συνδυασμό με τεχνητούς λίθους ή πλάκες.
Απο την γενικότερη στρατηγική της αρχιτεκτονικής λύσης προκύπτουν χώροι ικανών διαστάσεων που μπορεί να αξιοποιηθούν και να λειτουργήσουν για τις ανάγκες ενός Πολιτιστικού Κέντρου με πολλαπλές δραστηριότητες.
Έτσι στο ισόγειο του κεντρικού τμήματος διαμορφώνεται ενιαίος χώρος που προτείνεται να λειτουργήσει γενικά σαν εκθεσιακός χώρος. Αυτός καταλαμβάνει την έκταση τριών επί μέρους χώρων που επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω ανοιγμάτων που έχουν αποκατασταθεί. Σε συνέχεια του Εκθεσιακού Χώρου υπάρχει το κυλικείο που έχει και ανεξάρτητη πρόσβαση από τον εξωτερικό χώρο. Το κεντρικό τμήμα του εκθεσιακού χώρου λειτουργεί και σαν υποδοχή γιατί σ΄ αυτό οδηγεί η υπάρχουσα κεντρική είσοδος στην πρόσοψη αλλά και η άλλη, νέα, που δημιουργείται σε επαφή με τον ακάλυπτο χώρο.
Σημαντικό σημείο της προτεινόμενης διαμόρφωσης του ισογείου που όμως για οικονομικούς λόγους δεν υλοποιήθηκε αποτελεί η στέγαση του τμήματος της εισόδου από τον ακάλυπτο που φέρει υαλοπέτασμα. Η κατασκευή αυτή είχε μελετηθεί έτσι ώστε να επιτρέπει την είσοδο του φωτός στην καρδιά του ισογείου και προσφέρει την αίσθηση εσωτερικού αίθριου.
Ο Εκθεσιακός χώρος λόγω της ιδιαιτερότητας της αρχικής κατασκευής μελετήθηκε επίσης έτσι ώστε να αναδεικνύει και λεπτομέρειες στην υπάρχουσα λιθοδομή ή πλινθοδομή όπου θα μπορούσε να είναι εμφανής.
Στον όροφο οδηγεί το κεντρικό κλιμακοστάσιο και από εκεί μέσω του κεντρικού διαδρόμου έχουμε τρείς εναλλακτικές προτάσεις σε αντίστοιχους χώρους. Την αίθουσα Συνεδριάσεων – Συσκέψεων ή Συνεργασιών, την αίθουσα Πολλαπλών χρήσεων χωρίς συγκεκριμένο ρόλο και την αίθουσα Μουσικής. Αξιοποιούνται στον όροφο και υπάρχοντες χώροι για την λειτουργία γραφείων διοίκησης κ.λ.π.
Το υπόλοιπο ισόγειο τμήμα του διωρόφου διαμορφώνεται σε αποθήκη και μηχανοστάσιο – λεβητοστάσιο με ανεξάρτητη είσοδο από τον ακάλυπτο.